Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2022

Σίλφιον, το πολύτιμο εξαφανισμένο βότανο των αρχαίων ελλήνων

ζύγιση και φόρτωση σιλφίου στην Κυρήνη
σίλφιον/ silphium/σίλφιουμ ή και laserpicium, lasarpicium
Το χάρισε ο ίδιος ο  Απόλλωνας στους Έλληνες.
Τους έκανε ένα τέτοιο δώρα που κανείς δεν θα το ξεχνούσε.
Ούτε το δώρο ούτε το δωρητή.
Και όλοι το αγάπησαν.
Και όλοι το λάτρεψαν.
Και όλοι πάσχιζαν να το αποκτήσουν και
όλοι μαζί το κατέστρεψαν και
το εξαφάνισαν από προσώπου Γης
Ήταν αφροδισιακό.
Ήταν αντισυλληπτικό.
Ήταν ιδανικό για τα προβλήματα των ματιών.
για το αναπνευστικό σύστημα,
για τα προβλήματα των πνευμόνων,
για τα προβλήματα των αρθρώσεων,
για τα προβλήματα του κυκλοφορικού συστήματος, 
ήταν λαχταριστό καρύκευμα,
ήταν πολύτιμο ακόμα και για τα ζώα
Το έχουν μνημονεύσει:
-. ο Ηρόδοτος, ο πατέρας της Ιστορίας σε ένα από τα ταξίδια του, ο βρέθηκε και στην Κυρηναϊκή.
Εκεί πρωτογνώρισε το σίλφιο, το οποίο, σύμφωνα με τον ιστορικό, είχε μελετήσει ο Αρισταίος, εγγονός του βασιλιά των Λαπίθων και μαθητής του Κενταύρου Χείρωνα.
-. ο Ιπποκράτης,
-. ο Θεόφραστος, ο οποίος περιέγραψε το βότανο, ως ένα βότανο με παχιές ρίζες καλυμμένες με μαύρο φλοιό. 
Ήταν υπερβολικά μακριές. 
Αν κρατούσαμε μία πάνω στο σώμα μας, θα ήταν περίπου η απόσταση από τον αγκώνα μέχρι την άκρη του μεσαίου δακτύλου - μια αρχαία μονάδα μέτρησης γνωστή ως πήχη. 
Αν και το φυτό ήταν "το πιο περίεργο", είπε ότι είχε ένα κοίλο μίσχο λίγο σαν μάραθο και χρυσά φύλλα που έμοιαζαν με αυτά του σέλινου. 
-. ο Διοσκουρίδης, αναφέρεται σε ένα από τα 500 είδη φυτών που καταγράφονται στα έργα του Διοσκουρίδη, όπου σ
ύμφωνα με τις περιγραφές του, το σίλφιον ήταν ένα σκιανθές φυτό, παρόμοιο με την "Ηράκλεια Πανάκεια" φάρμακο για όλες τις ασθένειες.
-. ο Πλήνιος ο πρεσβύτερος, ο οποίος αναφέρει ότι το τελευταίο κομμάτι του βοτάνου δόθηκε στο Νέρωνα. 
-. o Συνέσιος τον Κυρηναίος, ο οποίος σε αντίθεση με τον Πλίνιο επιβεβαιώνει την ύπαρξη μιας μικρής ποσότητας σιλφίου στα τέλη του 4ου μ.Χ. 
Ως αρχαιολογικό τεκμήριο μπορεί να θεωρηθεί και ένα αγγείο, η λακωνική κύλικα του 565-560 π.Χ, όπου ο βασιλιάς της Κυρήνης Αρκεσίλαος Β΄ επιβλέπει την εξαγωγή σιλφίου. 
Την προσοχή τραβάει η λεπτομέρεια στο κάτω μέρος αυτής της απεικόνισης, όπου το σίλφιον φυλασσόταν σε ειδικές υπόγειες αποθήκες, μαζί με χρυσό και άργυρο.
Και δικαίως χαρακτηρίζεται  ως το  διασημότερο βότανο της αρχαιότητας.
Ένα βότανο, στην κυριολεξία, πανάκεια.
ένα φυτικό πασπαρτού για τα πάντα. 
Ιστορικά στοιχεία
Ήταν το βασικό στοιχείο του εμπορίου από την αρχαία πόλη της Κυρήνης/την περίφημη ελληνική αποικία στη Βόρεια Αφρική, την οποία οι Έλληνες ονόμασαν έτσι  από την πηγή Κύρη, στη Βόρεια Αφρική και ήταν τόσο σημαντικό για την οικονομία της Κυρήνης, που τα περισσότερα από τα νομίσματά της έφεραν την εικόνα του φυτού. 
Το πολύτιμο προϊόν του φυτού ήταν η ρητίνη - από τις σχισμές στη ρίζα και το βλαστό του εκκρινόταν ρητινώδης ουσία με πολύτιμες φαρμακευτικές ιδιότητες. 
Το σίλφιον ήταν σημαντικό είδος στην προϊστορία, όπως αποδεικνύεται από την Αίγυπτο, την Κνωσό και τους Μινωίτες, αναπτύσσοντας μια ειδική γλύφο, όπου αναπαριστούσαν το βότανο σίλφιον. 
Χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τους περισσότερους αρχαίους πολιτισμούς της Μεσογείου.
Οι Ρωμαίοι έλεγαν ότι "αξίζει το βάρος του σε δηνάρια" /αργυρά νομίσματα. 
Ο θρύλος έλεγε ότι ήταν ένα δώρο από το θεό Απόλλωνα.
Η πηγή Κύρη ήταν αφιερωμένη στον θεό Απόλλωνα
Εκεί υπήρχε ένα ιερό του Απόλλωνα και οι Έλληνες αποφάσισαν να ιδρύσουν την πόλη του, τιμώντας τα ιερά εδάφη.
Ο Απόλλωνας του χάρισε το σίλφιο, το πολύτιμο βότανο που συνέβαλε στη μετατροπή της πόλης σε επίκεντρο του ελληνικού πολιτισμού στα άγνωστα αυτά εδάφη, καθώς η εμπορική του εκμετάλλευση κόμιζε στην Κυρήνη πλούτη θαυμαστά. 
Και έγινε τόσο σημαντικό το σίλφιο για την κυρηναϊκή οικονομία που το χάραξαν στα νομίσματά τους. 
Η ακριβής ταυτότητα του σίλφιου είναι ασαφής. 
Κοινώς, πιστεύεται ότι τώρα είναι ένα εξαφανισμένο φυτό του γένους Ferula, ίσως μια ποικιλία του "γιγαντιαίου μάραθου". 
Το ακόμη υπάρχον φυτό Φέρουλα η τιγγιτανή/Ferula tingitana, έχει προταθεί ως άλλη μια πιθανότητα.
Ένα άλλο φυτό, η Φέρουλα η σκορόδοσμος/asafoetida), χρησιμοποιήθηκε ως ένα φθηνότερο υποκατάστατο αντί του σίλφιου και είχε αρκετά παρόμοια χαρακτηριστικά, ώστε οι Ρωμαίοι, καθώς και ο γεωγράφος Στράβωνας, χρησιμοποιούσαν την ίδια λέξη, για να περιγράψουν και τα δύο.

Σύμφωνα με τον Παυσανία
"οἱ Διόσκουροι ξένοις ἀνδράσιν ἐοικότες: ἥκειν δὲ ἐκ Κυρήνης φήσαντες καταχθῆναί τε ἠξίουν παρ' αὐτῷ καὶ οἴκημα ᾐτοῦντο ᾧ μάλιστα ἔχαιρον, ἡνίκα μετὰ ἀνθρώπων ἦσαν. 
ὁ δὲ οἰκίας μὲν τῆς ἄλλης ἐκέλευεν αὐτοὺς ἔνθα ἂν ἐθέλωσιν οἰκῆσαι, τὸ δὲ οἴκημα οὐκ ἔφη δώσειν: θυγάτηρ γὰρ ἔτυχέν οἱ παρθένος ἔχουσα ἐν αὐτῷ δίαιταν. ἐς δὲ τὴν ὑστεραίαν παρθένος μὲν ἐκείνη καὶ θεραπεία πᾶσα ἡ περὶ τὴν παῖδα ἠφάνιστο, Διοσκούρων δὲ ἀγάλματα ἐν τῷ οἰκήματι εὑρέθη καὶ τράπεζά τε καὶ σίλφιον ἐπ' αὐτῇ" 

Σ' αυτόν ήρθαν οι Διόσκουροι μεταμφιεσμένοι σε ξένους άνδρες" του είπαν ότι ήρθαν από την Κυρήνη και αξίωσαν να μείνουν σπίτι του και ζήτησαν το δωμάτιο, που προτιμούσαν περισσότερο, όταν ακόμη ζούσαν ανάμεσα στους ανθρώπους. 
Αυτός όμως τους προέτρεπε να μείνουν σε όποιο άλλο μέρος του σπιτιού ήθελαν και αρνιόταν να τους δώσει εκείνο το δωμάτιο, γιατί σ᾽ αυτό έτυχε να κατοικεί η παρθένα κόρη, του.
Την επόμενη μέρα η κόρη αυτή και όλα όσα χρησιμοποιούσε είχαν εξαφανιστεί, ενώ μέσα στο δωμάτιο βρέθηκαν αγάλματα των Διοσκούρων και ένα τραπέζι', πάνω στο οποίο υπήρχε σίλφιο 

Ταυτότητα και εξαφάνιση
Η ταυτότητα του σίλφιου είναι αντικείμενο εκτεταμένης συζήτησης. 
Γενικά θεωρείτο ότι ανήκε στο γένος Φέρουλα /Ferula, πιθανώς ως ένα εξαφανισμένο είδος.
Σήμερα τα βότανα του είδους που υπάρχουν είναι η φέρουλα η τιγγιτανή/Ferula tingitana,
η φέρουλα ο νάρθηξ/Ferula narthex και
η θαψία η γαργανική/Thapsia garganica. 
Ο Parejko, γράφοντας για την πιθανή εξαφάνιση του, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι "επειδή δεν μπορεί να προσδιορίσει ακόμη με ακρίβεια το φυτό, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν έχει εκλείψει."
Η αιτία της υποτιθέμενης εξαφάνισης του σίλφιου δεν είναι πλήρως γνωστή. 
Το φυτό φύτρωνε κατά μήκος μιας στενής παράκτιας περιοχής, περίπου 200 επί 55 χιλιόμετρα, στην Κυρηναϊκή/στη σημερινή Λιβύη.
Πολλές από τις εικασίες σχετικά με τα αίτια της εξαφάνισής του, στηρίζονται σε μια αιφνίδια αύξηση της ζήτησης για ζώα που βοσκούσαν στο φυτό, για κάποια υποτιθέμενη επίδραση στην ποιότητα του κρέατος. 
Η υπερκατανάλωση του από τα κτηνοτροφικά ζώα καθώς και τους ανθρώπους, σε συνδυασμό με την υπερσυγκομιδή για την κάλυψη της μεγάλης εμπορικής ζήτησης, μπορεί να οδήγησαν στην εξαφάνισή του.
Η ζήτησή του το 3ο ή 2ο π.Χ. αιώνα, ως χρήση αντισυλληπτικού, λέγεται να έχει οδηγήσει στον αφανισμό του.
Το κλίμα του Μαγκρέμπ ξηραίνεται στη διάρκεια των χιλιετιών και η ερημοποίησή του, μπορεί επίσης να ήταν ένας παράγοντας. 
Μια άλλη θεωρία είναι ότι, όταν οι Ρωμαίοι επαρχιακοί κυβερνήτες ανέλαβαν την εξουσία από τους Έλληνες αποίκους, υπερκαλλιέργησαν το σίλφιον και κατέστησαν το έδαφος αδύναμο στην απόδοση παραγωγής του είδους για το οποίο λεγόταν ότι έχει τέτοια ιατρική αξία. 
Ο Θεόφραστος γράφει στο "Περὶ φυτῶν ἱστορία", ότι το είδος της ferula όπου αναφέρεται γενικά ως το "σίλφιον", είχε την ιδιοτροπία ότι δεν μπορούσε να καλλιεργηθεί.
Ωστόσο, ο ίδιος αναφέρει ασυμφωνίες στις πληροφορίες που λάμβανε σχετικά γι'αυτό, μία δε από τις παρατηρήσεις του ήταν πως το βότανο έτεινε να αναπτύσσεται καλύτερα στη γη που είχε σκαφτεί τον προηγούμενο χρόνο.
Σύγχρονοι ενθοβοτανολόγοι, βοτανολόγοι και βιολόγοι, όπως η Monique Simmonds, αναπληρώτρια διευθύντρια επιστήμης στο Kew Gardens, στο Λονδίνο, αναφέρουν πως ένας από τους πιθανούς λόγους είναι και "οι σπόροι", οι οποίοι έχουν διάφορες ιδιαιτερότητες και δεν μπορούν να φυτρώσουν όπου-όπου!
Μπορεί να κάθονται εκεί, στο έδαφος, μέχρι να φαγωθούν ή να αρχίσουν να σαπίζουν, γιατί δεν βρήκαν τις κατάλληλες συνθήκες.
Η μπορεί το επίμονο βότανο να μην υπέκυψε στην αιχμαλωσία και η μεταφύτευσή του να ήταν απλά μια απέλπιδα προσπάθεια, όπως να προσπαθείς να φυτέψεις ένα φύλλο!
Ή η χημική σύσταση του εδάφους, στο οποίο έγιναν προσπάθειες να καλλιεργηθεί το σύλφιο, να μην ήταν η απαιτούμενες  για το βότανο,
διότι πολλές φορές η καλλιέργεια αναπόφευκτα μεταβάλλει την ισορροπία των χημικών στοιχείων όπως το μαγνήσιο, οπότε  ορισμένα βότανα  δεν θα μπορούσαν να αναπτυχθούν ποτέ καλά σε καλλιεργούμενη γη και όπως σημειώνει ο Kenneth Parejko, ομότιμος καθηγητή βιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Stout, ο οποίος έχει μελετήσει το αίνιγμα του silphium, οι αρχαίοι Έλληνες μπορεί να το γνώριζαν αυτό. 
Αφού προσπάθησαν να καλλιεργήσουν σίλφιο, αναρωτήθηκαν μήπως στη γη τους λείπει ένα απαραίτητο  στοιχείο για να το θρέψει το βότανο.
Αλλά υπάρχει μια άλλη πιθανότητα, η οποία συγκεντρώνει τους περισσότερους υποστηρικτές.
Το silphium ήταν ένα υβρίδιο. 
Η διασταύρωση δύο ξεχωριστών ειδών.
Ένα καινούργιο είδος, μια διασταύρωση, που έδωσε ένα πολύτιμο βότανο, με πολύτιμες ιδιότητες που δεν είχε κανένας από τους "γονείς" του. 
Αν το silphium ήταν υβρίδιο, όταν οι Έλληνες προσπάθησαν να καλλιεργήσουν σίγουρα το κατάλαβαν και σε αυτή την άποψη ταιριάζουν,  
παραδόξως, πολλές αρχαίες αναφορές για το σίλφιο.
Πάντως, είτε έτσι είτε αλλιώς, ο αρχαίος πόθος για αληθινό silphium συνεχίζει να υπάρχει.
Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος έγραψε ότι οι Ρωμαίοι ιδιοκτήτες αναγκάστηκαν να περιφράξουν τα λιβάδια με το βότανο για να εμποδίσουν τα ντόπια πρόβατα να το καταβροχθίσουν.
"Μπορεί να το βοσκούσαν μέχρι τις ρίζες και να το εξαφάνιζαν", λέει ο Parejko.
Τελικά οι ντόπιοι επαναστάτησαν, γκρεμίζοντας τους φράχτες για να αυξήσουν την αξία του κοπαδιού τους. 
Το κρέας των προβάτων που τρέφονταν με σίλφιο  ήταν ότι είναι σήμερα το βόειο κρέας Wagyu - κρέας από τις επίλεκτες ιαπωνικές αγελάδες Wagyu
Και παρατηρούμε το βότανο να δέχεται επίθεση από όλες τις πλευρές – υπερθερίζεται και υπερβόσκεται. 
Αλλά μπορεί να υπονομεύτηκε και από τη δική του βιολογία. 
Οι Έλληνες είχαν αυστηρούς κανόνες σχετικά με το πόσο από τη ρίζα θα μπορούσε να συγκομιστεί κάθε φορά κάθε βότανο, κάτι που υποδηλώνει ότι αν είχε μείνει αρκετή στο έδαφος, θα ξαναφύτρωνε. 
Αλλά αναπόφευκτα, λόγω της μεγάλης ζήτησης το βότανο ξεριζώθηκε.
Και αν πρόκειται να καταστρέψεις τις ρίζες, πρέπει να είσαι σίγουρος ότι το βότανο αναπτύσσεται καλά από σπόρους", λέει η Simmonds.
Η ιστορία της εξαφάνισης  του σιλφίου είναι απογοητευτική.
Τα φαρμακευτικά βότανα είναι μια βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, η οποία συνεχώς  αυξάνεται. 
Πολλά απειλούνται.
Μόνο στη Νότια Αφρική, 82 φαρμακευτικά βότανα απειλούνται με εξαφάνιση και δύο έχουν ήδη εξαφανιστεί.
Όσον αφορά το σίλφιο,  η Monique Simmonds λέει πως υπάρχει μια αχτίδα ελπίδας, "αν έστω και λίγα φυτά διέφυγαν από τα νύχια των Ρωμαίων, μπορεί ακόμα να βρεθούν, θα μπορούσε οπωσδήποτε να είναι ακόμα εκεί. Η χώρα στην οποία εφύετο το σίλφιο δεν είναι μια εύκολη χώρα για έρευνα" 
Βέβαια αυτό είναι πολύ δύσκολο διότι κανείς δεν ξέρει τι ψάχνει και διότι ποτέ, μα ποτέ δεν έχουμε βρει  silphium"
Φαρμακευτικές χρήσεις
Πολλές ιατρικές χρήσεις αποδόθηκαν στο φυτό.
Λέγεται ότι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να θεραπεύσει το βήχα, 
τον πονόλαιμο, 
τον πυρετό, 
τη δυσπεψία, 
τους πόνους, 
τα κονδυλώματα και όλα τα είδη των ασθενειών.
Ο Ιπποκράτης έγραψε:
Όταν εξέχει το έντερο και δεν επιστρέφει στη θέση του, ξύστε σε μικρά κομμάτια, το καλύτερο και πιο συμπαγές σίλφιον και εφαρμόστε το ως κατάπλασμα.
Εικάζεται ότι το φυτό μπορεί επίσης να λειτουργούσε και ως αντισυλληπτικό, βασιζόμενο εν μέρει σε δήλωση του Πλίνιου, ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί «για την απομάκρυνση των υγρών που εκκρίνονται στην εμμηνόρροια».
Πολλά είδη στην οικογένεια του μαϊντανού έχουν οιστρογονικές ιδιότητες, ενώ ορισμένες, όπως το άγριο καρότο, έχουν βρεθεί να λειτουργούν ως αμβλωτικά - χημικές ουσίες που τερματίζουν μια εγκυμοσύνη. 
Δεδομένου αυτού είναι πολύ πιθανό ότι το φυτό ήταν φαρμακολογικά δραστικό στην πρόληψη ή τη διακοπή της κύησης.
Μαγειρικές χρήσεις
Το σίλφιον χρησιμοποιείτο στην Ελληνορωμαϊκή κουζίνα, κυρίως στις συνταγές από τον Καίλιο Απίκιο.
Πολύ μετά την εξαφάνισή του το σίλφιον συνέχισε να αναφέρεται στους καταλόγους των αρωματικών, αντιγραφόμενο το ένα από το άλλο, μέχρι να κάνει ίσως την τελευταία εμφάνισή του στη λίστα των μπαχαρικών που ο καρολίγγειος μάγειρας θα πρέπει να έχει σε πρώτη ζήτηση - Brevis pimentorum que στο domo esse debeant - "Μία σύντομη λίστα των καρυκευμάτων, που θα πρέπει να υπάρχουν στο σπίτι "- από κάποιον "Vinidarius", του οποίου αποσπάσματα από τον Απίκιο, επιβιώσαν σε ένα μεγαλογράμματο χειρόγραφο του 8ου αιώνα. 
Οι ημερομηνίες του Vinidarius δεν μπορούν να είναι πολύ νωρίτερες.
Σύνδεση με το σύμβολο της καρδιάς
Υπήρξε κάποιος προβληματισμός σχετικά με τη σύνδεση μεταξύ του σίλφιου και του παραδοσιακού σχήματος της καρδιάς 
Ασημένια νομίσματα από την Κυρήνη του 6ου-5ου αιώνα π.Χ., φέρουν ένα παρόμοιο σχέδιο, μερικές φορές συνοδευόμενο από ένα φυτό σίλφιον. 
Αυτό θεωρείται ότι εκπροσωπεί το σπόρο ή την στενόμακρη σποροθήκη του.
Σύγχρονα γραπτά βοηθούν στη σύνδεση του σίλφιου με τη ανθρώπινη σεξουαλικότητα και την αγάπη. 
Το σίλφιον εμφανίζεται στην "Περιγραφή της Ελλάδος" του Παυσανία, σε μια ιστορία των Διόσκουρων κατά τη διαμονή τους σε ένα σπίτι που ανήκει στον Φορμίωνα, ένα Σπαρτιάτη, "Γιατί, έτσι συνέβη, ότι η παρθένος κόρη του που ζούσε σε αυτό. Από την επόμενη μέρα, αυτή η παρθένα με όλη την κοριτσίστικη αμφίεσή της, είχε εξαφανιστεί και στην αίθουσα βρέθηκαν εικόνες των Διοσκούρων, ένα τραπέζι και σίλφιον πάνω σε αυτό".
Το σίλφιον ως "λαζερπίκιον" /laserpicium κάνει μια εμφάνιση σε ένα ποίημα του Κάτουλλου στην ερωμένη του Λεσβία - αν και άλλοι έχουν προτείνει ότι η αναφορά εδώ γίνεται για τη χρήση του σίλφιου ως θεραπεία για την ψυχική ασθένεια, συνδέοντάς το με την "τρέλα" του έρωτα.
Στην Ιταλική στρατιωτική εραλδική, Il silfio d’oro reciso di Cirenaica -Το σίλφιο της Κυρηναϊκής, ομαλά κομμένο και εκτυπωμένο σε χρυσό· στο οικόσημο: το εγκλεισμένο σίλφιον ή της Κυρηναϊκής ήταν το σύμβολο που χορηγείτο στις μονάδες που πολέμησαν στις εκστρατείες στη Βόρεια Αφρική κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μπορεί να μην μάθουμε ποτέ την πραγματική ταυτότητα του σίλφιου, αλλά μπορούμε να μάθουμε από την εξαφάνισή του. 
Η τελευταία έρευνα της Κυρήνης έδειξε ότι πολλά είδη εξαφανίζονται γρήγορα, 
καθώς για άλλη μια φορά, ο σεβασμός μας προς τη Γη που μας θρέφει όλο και μειώνεται.
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μπορεί να έχει φύγει προ πολλού – αλλά φαίνεται ότι επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη.
Σημειώσεις
 1.- Η υπερβόσκηση (overgrazing) συμβαίνει όταν τα φυτά εκτίθενται σε εντατική βόσκηση για παρατεταμένες χρονικές περιόδους ή χωρίς επαρκείς περιόδους ανάκαμψης. 
Μπορεί να προκληθεί είτε από τα ζώα στη κακή διαχείριση των γεωργικών εφαρμογών ή από υπερπληθυσμών ιθαγενών ή μη ιθαγενών άγριων ζώων.
 2.- Η υπερεκμετάλλευση (overexploitation), που ονομάζεται επίσης υπερσυγκομιδή (overharvesting), αναφέρεται στην συγκομιδή μιας ανανεώσιμης πηγής μέχρι του σημείου της φθίνουσας απόδοσής της. 
Η παρατεταμένη υπερεκμετάλλευση, μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή των πόρων.
 4.- Η ερημοποίηση (desertification) είναι ένα είδος υποβάθμισης της γης, στην οποία μια σχετικά στεγνή περιοχή γης γίνεται όλο και πιο άγονη, συνήθως χάνοντας τα υδάτινα συστατικά του όπως επίσης τη βλάστηση και την άγρια πανίδα.
 5.- Κατάπλασμα, ονομάζεται η μαλακή υγρή φαρμακούχος μάζα, η οποία συχνά θερμαίνεται και που απλώνεται στο ύφασμα πάνω από το δέρμα, για τη θεραπεία του πόνου, της φλεγμονής ή του επώδυνου μέρους του σώματος. 
Μπορεί επίσης, να χρησιμοποιηθεί σε πληγές, όπως τα κοψίματα.
Επιμέλεια κειμένου:thalia-botanologia.gr
 Erica Rowan
Kenneth Parejko

Κορκοφίγκι/κορκοφίνι και γαλόπιτα από την Πελοπόννησο

Η Πελοπόννησος/Μοριάς,
ένας ιστορικός χώρος με πολλά πρόσωπα που έχει δεχτεί τη δημιουργική επίδραση ποικίλων πολιτισμικών επιρροών, διακρίνεται για τον πλούτο των τοπικών διατροφικών της παραδόσεων. 
Η μακροχρόνια ώσμωση με λαούς και πολιτισμούς, η επίκαιρη θέση της Πελοποννήσου στον ευρύτερο μεσογειακό χώρο, ο διφυής γεωκλιματικός χαρακτήρας της- ορεινή ενδοχώρα/παράλιες σταφιδοπαραγωγές περιοχές-  διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τις παραδόσεις αυτές. 
Σήμερα, παρά τους κοινωνικούς και άλλους μετασχηματισμούς, την οριστική μετάβαση από την αυτοκαταναλωτική παραδοσιακή/προβιομηχανική κοινότητα στην οικονομία της αγοράς, τη δημιουργία μιας κοινής και ομογενοποιημένης ελληνικής κουζίνας και την επέκταση διατροφικών προτύπων και συμπεριφορών από όλα τα μήκη και πλάτη της γης, πολλές όψεις των τοπικών πελοποννησιακών διατροφικών παραδόσεων παραμένουν ζωντανές. 
Ορισμένες από αυτές τις παραδόσεις με τη μορφή "τοπικών παραδοσιακών προϊόντων", αποκτούν νέες διαστάσεις ως σύμβολα συλλογικής μνήμης και τοπικότητας σε μια εποχή προϊούσας παγκοσμιοποίησης. 
Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα:
-. το λάδι της κορωνέικης ποικιλίας ελαιοδέντρου, 
-. οι ελιές Καλαμάτας, 
-. ο ερυθρός οίνος της ποικιλίας αγιωργίτικο της Νεμέας, 
-. η κορινθιακή (μαύρη) σταφίδα, 
-. τα διάφορα τυριά κ.ά.
Η ορεινή πελοποννησιακή ενδοχώρα είναι τόπος με μεγάλη παράδοση στην κτηνοτροφία αιγοπροβάτων, τόσο τη μεταβατική όσο και την εδραία. 
Στην Ορεινή Ολυμπία και συγκεκριμένα σε ένα μικρό χωριό λίγο έξω από την Ανδρίτσαινα, την Αλιφείρα (Ρογκοζιό), δοκίμασα δύο πίτες με βάση το γάλα. 
Και οι δύο συνοψίζουν το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της μοραΐτικης –αλλά και εν γένει της ελληνικής– διατροφικής παράδοσης: τη λιτότητα. 
Πρόκειται για το κορκοφίγκι/κορκοφίνι, που φτιάχνεται την περίοδο που γεννάνε τα γιδοπρόβατα, δηλαδή στις αρχές του χειμώνα, και τη γαλόπιτα, που παρασκευάζεται με ιδιαίτερη φροντίδα κυρίως το Μ. Σάββατο, για να καταναλωθεί ως επιδόρπιο στο εορταστικό τραπέζι της Λαμπρής. 
Η γεύση της θυμίζει το γαλακτομπούρεκο, χωρίς όμως να έχει φύλλα ζύμης και σιρόπι.
Και τις δύο είδα να τις ετοιμάζει η κ. Θεοδώρα. 
Η κ. Θεοδώρα ήρθε νύφη στο χωριό πριν από περίπου πενήντα χρόνια. 
Η καταγωγή της είναι από του Ράφτη, στη γειτονική Γορτυνία, και, όπως μου είπε, τις δύο πίτες τις φτιάχνανε και εκεί. 
Μάλιστα, θυμάται τα κορκοφίγκια που φτιάχνανε οι τσοπάνηδες που ξεχειμώνιαζαν με τα κοπάδια τους κοντά στον μύλο του πατέρα της, στο Αναζύρι, στον Αλφειό ποταμό.
Το κορκοφίγκι παρασκευάζεται από το πρωτόγαλα, την κόλλα, όπως είναι γνωστό στην περιοχή, που «κατεβάζει» η προβατίνα ή η γίδα τις πρώτες μέρες αφού έχει γεννήσει.
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα λιπαρό και θρεπτικό γαλακτώδες υγρό, με χαρακτηριστικό υποκίτρινο χρώμα. 
Προκειμένου να ετοιμαστεί το κορκοφίγκι, δύο μέρη κόλλας αναμιγνύονται
με ένα μέρος πρόβειου ή γίδινου γάλακτος.
Το παχύρρευστο μείγμα απλώνεται σε ένα λαδωμένο ταψί, αλατίζεται ελαφρά και ψήνεται στον φούρνο.
Το κορκοφίγκι μερικοί προτιμούν να το τρώνε πασπαλισμένο με ζάχαρη, άλλοι πάλι το προτιμούν σκέτο.
Όλοι όμως όσοι είχαν την τύχη να το δοκιμάσουν κάποτε, δεν ξεχνούν ποτέ την ιδιαίτερή του γεύση...
Η γαλόπιτα στην Αλιφείρα παρασκευάζεται με βάση το πρόβειο γάλα, που προσφέρουν "για το καλό" οι τσοπάνηδες του χωριού στις νοικοκυρές όταν πια η νηστεία της Μ.Σαρακοστής πλησιάζει στο τέλος της.
Επίσης, κάθε σπίτι στο χωριό είχε πάντα λίγα αιγοπρόβατα/μαρτίνια για την κάλυψη των οικιακών αναγκών σε γαλακτοκομικά προϊόντα, κυρίως τυριά, 
γάλα, 
γιαούρτι και βούτυρο.
Το βούτυρο αλλά και το χοιρινό λίπος σε πολλές περιοχές της ορεινής πελοποννησιακής ενδοχώρας, όπως και στην Αλιφείρα, δεν είχαν εξοβελιστεί ολοκληρωτικά από το ελαιόλαδο, όπως συνέβαινε στις κατ’ εξοχήν ελαιοπαραγωγούς περιοχές του Μοριά.
Κάτι τέτοιο συνέβη μετά τον πόλεμο, όταν η ελαιοκαλλιέργεια επεκτάθηκε σταδιακά στο σύνολο σχεδόν της ορεινής πελοποννησιακής ενδοχώρας, αντικαθιστώντας κυρίως την καλλιέργεια σιτηρών, αλλά και πιο πρόσφατα, όταν η διαθρεπτική υπεροχή του ελαιολάδου αναδείχθηκε ως μέρος ευρύτερων προτύπων διατροφικής ορθότητας (π.χ. μεσογειακή δίαιτα).
Δοσολογία
Η κ. Θεοδώρα φτιάχνει τη γαλόπιτα, χωρίς να υπολογίζει την ποσότητα και τις δόσεις των υλικών με... ζυγαριά ακριβείας, αλλά, όπως λέει χαρακτηριστικά, "με το μάτι".
Παρ’ όλα αυτά, με τη βοήθεια της κόρης και της νύφης της, προσπαθήσαμε να προσδιορίσουμε τη δοσολογία με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια.
Έτσι, λοιπόν, για τη γαλόπιτα θα χρειαστούν:
• 2 λίτρα πρόβειο γάλα
• 250 γρ. σιμιγδάλι χοντρό
• 300 γρ. σιμιγδάλι ψιλό (παλιότερα, αντί για το «αγοραστό» σιμιγδάλι, οι νοικοκυρές χρησιμοποιούσαν μόνο αλεύρι).
• 300 γρ. ζάχαρη
• 6-7 αυγά
• λάδι
Εκτέλεση
-. βράζουμε το γάλα στην κατσαρόλα, αναμιγνύοντάς το σταδιακά με το σιμιγδάλι, ψιλό και χοντρό, μία χούφτα αλεύρι, τη ζάχαρη, τα αυγά και το λάδι.
-. τον χυλό που σχηματίζεται δεν σταματάμε να τον αναδεύουμε με μια κουτάλα.
-. όταν το μείγμα έχει γίνει αρκετά παχύρρευστο, το απλώνουμε σε λαδωμένο ταψί.
-. ψήνουμε στον φούρνο για περίπου μία ώρα.
-. μέχρι πριν από λίγα χρόνια η κ. Θεοδώρα έψηνε τη γαλόπιτα στα ξύλα.
-. ώρα που τα χρόνια πέρασαν, συμβιβάζεται αναγκαστικά με την ευκολία της ηλεκτρικής κουζίνας.
           κείμενο και επιμέλεια κειμένου:thalia-botanologia.gr

https://ayla.culture.gr/wp-content/uploads/2016/12/DNPAAPK_Pites.pdf