Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2018

«Εύχομαι για την καλή αντάμωση όλου του κόσμου»

20 Ιουλίου 1961.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος στην κορφή του Προφήτη Ηλία στον Ταϋγετο, φωτογραφία από τη σελίδα στη μνήμη και το έργο του ποιητή στο facebook.
Την 1η του μηνός του νέου έτους, συμπληρώθηκαν 106 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου, την 1 Ιανουαρίου 1912 στις Κροκεές της Λακωνίας.
Η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης[1] φιλοξενεί το Αρχείο του ποιητή. Μέριμνά της, μεταξύ άλλων, είναι η διάδοση του οράματος, στο οποίο αφιέρωσε τη ζωή του.

"Εύχομαι για την καλή αντάμωση όλου του κόσμου" 
Σε αυτή τη φράση, συμπυκνώνεται η βαθύτερη ευχή του ποιητή για τη γέννηση μιας "νέας συνείδησης"
Στην αυγή μιας ακόμη νέας χρονιάς, η νέα αυτή συνείδηση θα μπορούσε να ακουσθεί ως η υπέρτατη ευχή που έχει ανάγκη σήμερα η ανθρωπότητα:
"Αυτόν τον πολιτισμό που «ήδη υπάρχει», δεν τον δέχομαι σαν εποικοδόμημα της ανθρώπινης συνείδησης [..] Πάνω στην πίστη προς τον άνθρωπο να συγκλίνουμε από παντού, για την ένωση όλων των θρησκειών, για την ένωση όλων των εφέσεων της φιλοσοφίας, που περιπλανιούνται γύρω μας στο κενό"[2]

Το έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου το διαπερνούν τρεις οδοί που σύμφωνα με το όραμά του, οδηγούν στην αξίωση του περάσματος του ανθρώπου από τούτη τη γη:
«Ξεκίνησα από την ανησυχία της δικής μου δικαίωσης πάνω στη γη.
Αναζήτησα ένα σημείο που να με βλέπει ο ήλιος.
Το σημείο εκείνο που, πατώντας απάνω του κάθε άνθρωπος, θα μπορούσε να παρουσιαστεί μπρος στη φύση σαν κάτι το αναμφισβήτητα μοναδικό, σε αυτοτέλεια, σε ζωή, σε σταθερότητα.[..]
Μιλώ για κάθε άνθρωπο, γιατί πιστεύω ότι αυτός «ο κάθε άνθρωπος» είναι το ίδιο σοφός με τους φιλοσόφους κι ότι στο βάθος του δε γνωρίζει λιγότερα πράγματα από κανέναν άλλο».

Η μια οδός είναι η αναγνώριση της οδύνης, με την οποία προικίζει το εφήμερο της ύπαρξης τον άνθρωπο, η αποδοχή της με σκοπό το ξεπέρασμά της:
«Ο δρόμος, τόσο μέσα στον άνθρωπο όσον κι έξω απ΄τον άνθρωπο είναι μακρύς. Η άμβλυνση του πόνου και του θανάτου, το σκάψιμο των δύο αυτών σκοτεινών πραγματικοτήτων, ο φωτισμός της μεγάλης νύχτας από τον ερευνητικό προβολέα της ανθρώπινης διάνοιας, είναι ένα έργο που θα χωριστεί σε μακριές περιόδους μέσα στο μέλλον, και θα είχα να συστήσω περισσότερη ταπεινοφροσύνη στον αιώνα μας».

Η άλλη οδός είναι η η σύνδεση του ανθρώπου με τον άλλο άνθρωπο, όχι απλά τον διπλανό, όχι μόνο τον αγαπημένο άλλο, αλλά τον κάθε άνθρωπο πριν και μετά από τον καθένα μας, στην μακριά πορεία της ανθρωπότητας:
«Ο άνεμος του καιρού μου με γκρεμίζει συχνά μέσα στον εαυτό μου.
Παλεύω να ξαναβγώ και να ξαναενωθώ με τους άλλους ανθρώπους[..]
Το μηδέν σε κερδίζει από τη στιγμή που αποσπάσαι από τον άνθρωπο διακόπτοντας έτσι την συνέχεια του ανθρώπινου όντος».

«Ο χώρος που υπάρχει ανάμεσα σε εμάς και στον «άλλο» είναι ο μεγαλύτερος χώρος που διαθέτει το σύμπαν για τις κινήσεις του ανθρώπινου πνεύματος.
Εδώ τελειώνει η άσκοπη, η οδυνηρή, η κοπιώδης περιπλάνηση της ερήμου».

Η ποίηση του Ν. Βρεττάκου, στέκεται αφυπνιστικά όσο και στοργικά απέναντι στον περιρρέοντα ναρκισσισμό της εποχής μας.
Μας καλεί να ξανακοιταχτούμε στον καθρέφτη με μια άλλη ματιά:
«Άκουσε το νερό!/
Φλοίσβος από φωνές/
βγαίνουν μες΄ απ΄ τη γης,/
τρέχουνε, κελαρύζουν,/
φωνή πανάρχαιη που μιλεί,/
-τ΄ ακούς; Το πρώτο αηδόνι,/
ο πρώτος άνθρωπος στη γης,/
η πρώτη «καλημέρα!….»/
Έλα κοντά του να σε ιδεί/
σκύψε μαζί μου/
 – κάποτε/
είδε και τη μητέρα μου/
μαζί με το φεγγάρι,/
είδε ένα ελάφι, την αυγή/
μαζί με το φεγγάρι,/
είδε ένα τσοπανόπουλο/
που έτρωγε το ψωμί του./ [..]
/Άς του χαμογελάσουμε,/
μας ξέρει,/
μας θυμάται!/
Είμαστε δυο παιδιά,/
τόσο παλιά,/
τόσο καλά,/
όσο το φεγγάρι».[3]

Η τρίτη οδός είναι η συμφιλίωση του ανθρώπου με την τραγικότητά του, μέσα από τη μετουσίωση των πρωτόγονων ορμών των ενστίκτων του:
«..ο άνθρωπος, στην αρχή ακόμη της διαδρομής του πάνω στη γη και μέσα στο ηλιακό σύστημα, παρουσιάστηκε μ΄έναν σατανικό πυρσό στο χέρι του, έτοιμος να κάψει το ωραίο του σπίτι».

Στο ά-λογο του ενστίκτου προβάλλει το Λόγο και με αυτόν υφαίνει ένα δρόμο συμβολικό οδηγώντας στον εξανθρωπισμό:
«Έκαμα την έξοδο μου από αυτό το σκοτάδι αποσπώντας ένα άλογο από μέσα μου».

«Είχα βεβαιωθεί πως ο άνθρωπος ήταν η πιο βαθιά, η πιο ζεστή και η πιο ζωντανή πηγή που υπήρχε στον κόσμο.
Αυτός είναι το «ζων ύδωρ», κι αυτό το ζων ύδωρ έγινε από τότε ο προορισμός μου στη γη».

«Με το νήμα/
των λέξεων, αυτόν το χρυσό/
του χρυσού, που βγαίνει απ’ τα βάθη/
της καρδιάς μου, συνδέομαι, συμμετέχω/
στον κόσμο./
Σκεφτείτε:/
Είπα και έγραψα, «Αγαπώ».[4]

Σήμερα διογκώνεται γύρω μας η προβολή της σκιάς της ανθρώπινης παρουσίας στη γη.
Γιγαντωμένη από τις πλείστες οθόνες, στοχεύει στη τάση μιας απόλαυσης της φρίκης που θρέφεται και θρέφει μια ψευδή στο σύνολό της εικόνα του κόσμου μας.
Στον αγώνα για εύκολη και γρήγορη διάδοση της πληροφορίας γίνεται εκμετάλλευση της οδύνης ως συναίσθημα που «παγώνει» την εικόνα, δίνοντάς της διάρκεια στο θυμικό του αποδέκτη αναγνώστη – θεατή – ακροατή.
Τον πλήττει «παγώνοντάς» τον κι αυτόν, σε μια θέση καθήλωσης μπροστά στο ερώτημα: «τι μπορώ εγώ να κάνω μπρος σε τόση φρίκη;»

Έχει ιδιαίτερη αξία να σταθούμε εδώ στη επιστολή του Οδυσσέα Ελύτη στον Νικηφόρο Βρεττάκο:
«Αλήθεια σ’ ευχαριστώ.
Από καιρό έχω σκεφτεί πως εμείς οι δυο είμαστε, αν όχι οι μόνοι, πάντως από τους ελάχιστους που έχουνε καταλάβει ότι δεν αρκεί σήμερα να λες «δεν υπάρχει τίποτα» ή «όλα είναι μαύρα».
Ότι αυτό, αν όχι τίποτε άλλο, είναι εύκολο, ενώ το δύσκολο είναι να πεις κάτι, και να το δείξεις, και να κάνεις τους άλλους να το δουν.
Η ήπειρος της αθωότητας είναι το ίδιο μεγάλη και ανεξερεύνητη όσο και του Κακού, όμως χρειάζεται άλλου είδους κότσια για να την πατήσεις, καθώς και να ξέρεις ν’ ανοίγεις την αγγελική σου πλευρά.
Αυτήν, Νικηφόρε, την έχεις εσύ ανοίξει από καιρό [..] τι ζέστα ανθρώπινη αυτός ο χώρος, και πόσο πιο πολύ νοιώθεις να εκπληρώνει έτσι τον προορισμό της η Τέχνη».[5]
————–
[1] Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης :http://www.nikiforos.edu.gr
[2] Τα αποσπάσματα του λόγου του ποιητή είναι από τα εξής βιβλία:
Ν. Βρεττάκος, Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου, εκδόσεις ποταμός, Αθήνα 2012
Ν. Βρετττάκος, Οδύνη εκδόσεις Πόλις , Δεκέμβριος 2000 σελ.295-298
Ν. Βρεττάκος, «Η εκλογή μου – Ποιήματα 1933-1991, εκδόσεις ποταμός, Αθήνα 2008,
[3] Aπό το ποίημα: Η πηγή
[4] Από τη συλλογή «Εκκρεμής δωρεά» 1986
[5] https://www.facebook.com/Vrettakos.Nikiforos/?hc_ref=ARQBRlOusgFPa7zS3o58lRKH4wEQZ8eEaqdQwRNV7xD05IqMIDfKuMYXImNYwdtHXIk&fref=nf
πηγή του άρθρου:pressenza.com

thalia:https://botanologia.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου