Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Μανουέλα Καντουάρια του Πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal(BMJ)», ανέλυσαν στοιχεία για περίπου δύο εκατομμύρια άτομα άνω των 60 ετών, συσχετίζοντας τον κίνδυνο άνοιας με τον τόπο κατοικίας και την εγγύτητά της σε μεγάλο δρόμο ή σε σιδηροδρομική γραμμή.
Διαπιστώθηκε ότι η κατά μέσο όρο δεκαετής έκθεση ενός ανθρώπου στον θόρυβο οχημάτων ή τρένων, ιδίως όσων ζούσαν στις πιο εκτεθειμένες πλευρές των κτιρίων, σχετιζόταν με μεγαλύτερο κίνδυνο κάθε είδους άνοιας, με τον κίνδυνο για Αλτσχάιμερ να είναι κατά μέσο όρο 37% μεγαλύτερος για έκθεση σε θορύβους αυτοκινήτων έντασης άνω των 55 ντεσιμπέλ και 24% μεγαλύτερος για θορύβους τρένων άνω των 50 ντεσιμπέλ, σε σχέση με θορύβους κάτω των 40 ντεσιμπέλ.
Παράλληλα, οι θόρυβοι και από άλλες δραστηριότητες (αεροδρόμια, βιομηχανίες κ.α.) μπορεί να ενέχονται στην επιβάρυνση της υγείας.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι έως το 15% των ετήσιων περιστατικών άνοιας στη Δανία μπορεί να αποδοθούν στους θορύβους, πράγμα που -εφόσον επιβεβαιωθεί- σημαίνει ότι η μείωση των θορύβων συνιστά σημαντική παρέμβαση προτεραιότητας από άποψη δημόσιας υγείας. Παγκοσμίως οι άνθρωποι με άνοια αναμένεται να υπερβούν τα 130 εκατομμύρια το 2020.
Οι θόρυβοι από τις μεταφορές και μετακινήσεις θεωρούνται ο δεύτερος χειρότερος περιβαλλοντικός παράγοντας κινδύνου για τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη μετά την ρύπανση του αέρα. Εκτιμάται ότι περίπου το ένα πέμπτο(20%)των Ευρωπαίων εκτίθενται σε θορύβους οχημάτων, τρένων, αεροπλάνων κ.α. πάνω από το συνιστώμενο επίπεδο των 55 ντεσιμπέλ.